Δημοσίευση (αγγλικά)

http://www.cadtm.org/Greece-A-Country-for-Sale

Αναρτήθηκε επίσης στην ιστοσελίδα του Éric Toussaint

Α. Η νεοφιλελεύθερη στρατηγική των ιδιωτικοποιήσεων

Οι ιδιωτικοποιήσεις, δηλαδή η υφαρπαγή της δημόσιας περιουσίας από το ιδιωτικό κεφάλαιο, αποτελούν σήμερα βασικό πυλώνα της στρατηγικής της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Επιβάλλονται σε όλα τα κράτη από υπερεθνικούς, ανεξέλεγκτους οργανισμούς, όπως το ΔΝΤ, ο ΟΟΣΑ, η Παγκόσμια και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και οι εθνικές κυβερνήσεις.

Στη μεταπολεμική περίοδο που χαρακτηρίστηκε από την ανάπτυξη συγκρουσιακών κινημάτων στην Ευρώπη και την Αμερική και εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων στον Γ΄ Κόσμο υπήρξαν σημαντικές κοινωνικές κατακτήσεις. Το κοινωνικό κράτος, δηλαδή η δημόσια παιδεία, η δημόσια υγεία, η κοινωνική ασφάλιση, κ.λπ., με λίγα λόγια ένας πολιτισμός των δημόσιων και γι’ αυτό κοινών αγαθών, δημιουργήθηκε ως αποτέλεσμα μεγάλων αγώνων. Ταυτόχρονα, το κράτος ανέλαβε κεντρικούς τομείς της οικονομίας, μέσω των οποίων η λεγόμενη ανάπτυξη μπορεί να κατευθύνεται σε στόχους που αποφασίζει το δημόσιο και όχι οι ιδιώτες. Στην Ελλάδα, η Αγροτική Τράπεζα παρενέβαινε στην αγροτική οικονομία, η Ελληνική Τράπεζα Βιομηχανικής Ανάπτυξης στη βιομηχανική/βιοτεχνική παραγωγή και ο Ελληνικός Οργανισμός Μικρών-Μεσαίων Επιχειρήσεων και Χειροτεχνίας κατεύθυνε τη μικρή και μεσαία επιχειρηματικότητα. Βασικές κοινωφελείς επιχειρήσεις όπως οι Εταιρείες Ύδρευσης, η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού, η Δημόσια Επιχείρηση Φυσικού Αερίου, τα Ελληνικά Ταχυδρομεία και οι υπηρεσίες μεταφορών ήταν, επίσης, δημόσιες. Δημόσιες ήταν και βασικές υποδομές : λιμάνια και αεροδρόμια.

Δεν υπήρχαν προβλήματα στη λειτουργία τους ; Βεβαίως υπήρχαν. Αλλά το φάρμακο που υποτίθεται θα θεραπεύσει τα κακώς κείμενα, δηλαδή οι ιδιωτικοποιήσεις, είναι δηλητήριο. Όλος ο πλούτος του Ελληνικού κράτους μεταβιβάζεται σήμερα, χαρίζεται κυριολεκτικά με σκανδαλώδεις μεθοδεύσεις οι οποίες επισύρουν σοβαρές ποινικές ευθύνες, στο μονοπωλιακό κεφάλαιο, σε πολυεθνικές αλλά και κρατικές εταιρίες άλλων κρατών. Γνωρίζουμε ότι συχνά τα κράτη βρίσκονται ανίσχυρα απέναντι στην εξουσία τόσο των πολυεθνικών όσο και του χρηματοπιστωτικού συστήματος – των αγορών και των τραπεζών, που αποτελούν από κοινού την κυρίαρχη παγκόσμια οικονομική εξουσία.

Οι απαρέγκλιτες αρχές της νεοφιλελεύθερης ενιαίας οικονομικής σκέψης έχουν συνταγματοποιηθεί στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα (ισοσκελισμένοι προϋπολογισμοί, απόλυτη ανεξαρτησία της ΕΚΤ, απαγόρευση κάθε νομισματικής χρηματοδότησης των ελλειμμάτων, στενή σχέση με χρηματοπιστωτικές αγορές). Καταργείται βάναυσα κάθε έννοια δημοκρατίας, κρατικής, εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας, με αποτέλεσμα να υφαρπάζεται και να σπαταλιέται ο κοινός πλούτος, να καταστρέφεται η ανθρώπινη εργασία και να υπονομεύεται η επιβίωση του πλανήτη.

Β. Η υφαρπαγή της δημόσιας περιουσίας πραγματοποιείται

   στο όνομα της αποπληρωμής του φερόμενου ως δημόσιου χρέους.

Η στρατηγική υφαρπαγής της δημόσιας περιουσίας στη χώρα μας αποτελεί μια από τις τρεις ανατροπές στο καθεστώς ιδιοκτησίας, που επιβλήθηκαν με τις δανειακές συμβάσεις και τη συνακόλουθη υπογραφή 3 μνημονίων- μεταξύ αυτών και το επαχθέστερο τρίτο μνημόνιο.

Πρώτον, οι τράπεζες παραχωρήθηκαν σε εξευτελιστικές τιμές σε ξένους επενδυτές. Το δημόσιο, που τις είχε εξαγοράσει με τα χρήματα των φορολογουμένων και θα μπορούσε να τις εθνικοποιήσει, έχασε ένα βασικό ρυθμιστικό εργαλείο της οικονομίας.

Δεύτερον, η ιδιωτικοποίηση αυτή των τραπεζών διευκολύνει την υφαρπαγή της ιδιωτικής περιουσίας των ελληνικών επιχειρήσεων μέσω των «κόκκινων δανείων» και των εγγυήσεων που κατέχουν οι τράπεζες. Το πρώτο βήμα έγινε με τη λεγόμενη αναδιάρθρωση/εξυγίανση των μεγάλων επιχειρήσεων ώστε αυτές ν’ αλλάξουν ιδιοκτήτες με τον πιο συμφέροντα τρόπο για τους νέους και να εφαρμοστεί η εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ στα εργασιακά. Ακολούθησαν οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, Η υφαρπαγή συνεχίζεται με την κατ’ εξαίρεση και υπό όρους προστασία της πρώτης κατοικίας έναντι οφειλών σε τράπεζες και δημόσιο, ενώ μεγάλο μέρος πρώτων κατοικιών μένει ακάλυπτο έναντι κατασχέσεων, όπως και άλλα περιουσιακά στοιχεία αγροτών, αυτοαπασχολούμενων, μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Τα distress funds έχουν ήδη ξεκινήσει την εξαγορά από τις τράπεζες μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Η τρίτη θεμελιακή ανατροπή στο καθεστώς ιδιοκτησίας αφορά στην υφαρπαγή της δημόσιας περιουσίας ώστε αυτή να εξυπηρετήσει το φερόμενο ως δημόσιο χρέος. Σ’ αυτή την ανατροπή θ’ αναφερθώ αναλυτικά. Αρχικά θα εξετάσω αν ευσταθούν τα περί δημόσιου χρέους της χώρας, στο όνομα της αποπληρωμής του οποίου πραγματοποιείται η εκποίηση της δημόσιας περιουσίας.  

Βασικός πυλώνας του νεοφιλελευθερισμού είναι, όπως ήδη έχει λεχθεί, οι ιδιωτικοποιήσεις. Πως συνδέονται οι ιδιωτικοποιήσεις με το δημόσιο χρέος ; Στην Ευρώπη, όπως και στην Αμερική, η πραγματική εστία της κρίσης βρίσκεται στον τραπεζικό τομέα και στο δημόσιο χρήμα που δαπανάται για ν’ αποφευχθεί η χρεοκοπία του, οδηγώντας χώρες, όπως η Ελλάδα, στη χρεοκοπία. Το δημόσιο χρέος δεν είναι χρέος των κοινωνιών αλλά του παγκόσμιου τραπεζικού συστήματος που κατέρρευσε λόγω της ανεξέλεγκτης κερδοσκοπικής λειτουργίας του χρηματιστικού κεφαλαίου και υποστηρίχθηκε με δημόσιο χρήμα για να διατηρηθεί στη ζωή και να συνεχίσει να λειτουργεί σήμερα με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που λειτουργούσε πριν την κατάρρευση.

Το πόρισμα της Επιτροπής Αλήθειας της Βουλής για το Δημόσιο Χρέος (Ιούλιος 2015) τεκμηριώνει γιατί το φερόμενο ως δημόσιο χρέος είναι «παράνομο, αθέμιτο, επονείδιστο» – επομένως δεν πρέπει να πληρωθεί. Σε κάθε περίπτωση είναι «μη βιώσιμο» – σήμερα αγγίζει τα 321 δις € – όπως ομολογείται ακόμα και από το ΔΝΤ.

Απόσπασμα από το πόρισμα της Επιτροπής :

«Η Επιτροπή διαπίστωσε, επίσης, ότι η μη βιωσιμότητα του ελληνικού δημόσιου χρέους ήταν εξαρχής προδήλως γνωστή στους διεθνείς δανειστές, τις ελληνικές αρχές και τα συστημικά μέσα ενημέρωσης. Παρ’ όλα αυτά, οι ελληνικές αρχές, μαζί με κάποιες κυβερνήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συνωμότησαν το 2010 ενάντια στην αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους, προκειμένου να προστατεύσουν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Τα συστημικά μέσα μαζικής ενημέρωσης απέκρυψαν την αλήθεια από τους πολίτες, παριστάνοντας ότι δήθεν η διάσωση αφορούσε την Ελλάδα και όχι τις τράπεζες και συνάμα εξυφαίνοντας μια αφήγηση που στόχευε να εμφανίσει τον ελληνικό πληθυσμό ως δήθεν άξιο των αδικοπραξιών των δανειστών».

«Το ποσό που διατέθηκε μέσω των προγραμμάτων «διάσωσης» (μνημονίων) του 2010 και του 2012 ελέγχονταν από το εξωτερικό μέσα από περίπλοκες διευθετήσεις, οι οποίες απέκλειαν κάθε δημοσιονομική αυτονομία. Οι δανειστές υπαγόρευσαν αυστηρά τον τρόπο διάθεσης των δανειακών κεφαλαίων «διάσωσης», εκ των οποίων μόνο ένα ελάχιστο τμήμα, λιγότερο από το 10%, κατευθύνθηκε στην κάλυψη των τρεχουσών δημόσιων δαπανών».1

Είναι χαρακτηριστικό το σύνθημα των πρώτων, εξαιρετικά μαζικών και μαχητικών, αντιμνημονιακών κινητοποιήσεων (2010-2012) : Δεν χρωστάμε, Δεν πουλάμε, Δεν πληρώνουμε. Σε κάθε περίπτωση ένα κυρίαρχο κράτος μπορεί να αρνηθεί την εκποίηση των περιουσιακών του στοιχείων.

Όπως σημειώνει για το θέμα της δημόσιας περιουσίας στην Ελλάδα ο Μάϊκλ Χάντσον, καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Μισούρι και σύμβουλος πολλών κυβερνήσεων, «κανένα κυρίαρχο κράτος δεν μπορεί να στερηθεί την περιουσία του. Εδώ δεν είναι μόνο το ότι γίνεται υπέρβαση της δημοκρατίας, αλλά απορρίπτεται ο ίδιος ο ορισμός του κυρίαρχου κράτους σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο. Άρα είναι κάτι πολύ πιο σοβαρό από μια επίθεση στη δημοκρατία. Είναι ένας διευρωπαϊκός πόλεμος».2

Σύμφωνα με την πρόεδρο του Επιμελητηρίου Περιβάλλοντος και Βιωσιμότητας, σύμβουλο Επικρατείας κα Μαρία Καραμανώφ, τα δημόσια ακίνητα χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες. Η πρώτη περιλαμβάνει δημόσια ακίνητα που είναι καθεαυτά άρρηκτα συνδεδεμένα με τους θεμελιώδεις δημόσιους σκοπούς της εθνικής κυριαρχίας και της βιώσιμης ανάπτυξης (άμυνα, ασφάλεια, ουσιώδη στοιχεία του φυσικού και πολιτισμικού περιβάλλοντος, βασικές ενεργειακές και συγκοινωνιακές υποδομές, κ.λπ.). Η δεύτερη κατηγορία περιλαμβάνει ακίνητα που εξυπηρετούν δημόσιους σκοπούς, οι οποίοι αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο του σύγχρονου κοινωνικού κράτους και την αναγκαία υποδομή για την παροχή αντίστοιχων δημόσιων υπηρεσιών (νοσοκομεία, σχολεία, δημόσια κτίρια, στρατόπεδα, κ.λπ.). Η τρίτη κατηγορία περιλαμβάνει τα δημόσια ακίνητα τα οποία αποτελούν την καθαρώς ιδιωτική περιουσία του δημοσίου. Μόνο αυτή η τρίτη κατηγορία μπορεί υπό όρους να δοθεί σε ιδιώτες, πάντως με διαδικασίες που καθορίζει το κυρίαρχο κράτος και όχι εξωχώριοι οργανισμοί, όπως εν μέρει το Ταμείο Αποκρατικοποιήσεων Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ) και πολύ περισσότερο το σημερινό Υπερταμείο (Ελληνική Εταιρία Συμμετοχών και Περιουσίας ΑΕ) για την υφαρπαγή του συνόλου της δημόσιας περιουσίας, με άμεσο έλεγχο των αποφάσεων από Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και Ευρωπαϊκή Επιτροπή (ΕΕ).3

Σε κάθε περίπτωση, η διαχείριση της παραχώρησης περιουσιακών στοιχείων του κράτους, που επιτρέπεται από το Σύνταγμα να παραχωρηθούν, είναι αποκλειστική ευθύνη του κράτους. Σχετικά με το ΤΑΙΠΕΔ ο έγκριτος συνταγματολόγος Γεώργιος Κασιμάτης είχε δηλώσει ότι «το Ταμείο Αποκρατικοποιήσεων Ιδιωτικής Περιουσίας, όπως κι αν ονομαστεί, αποτελεί θεσμό παράνομο και εγκληματικό γιατί παραβιάζει την εθνική κυριαρχία ως προς τη διαχείριση της δημόσιας περιουσίας και δημιουργεί τεράστιας έκτασης οικονομική ζημία στο κράτος».

Γ. Ταμείο Αποκρατικοποιήσεων Ιδιωτικής Περιουσίας Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ)

Η εκποίηση/υφαρπαγή της δημόσιας περιουσίας προωθήθηκε μέχρι πρόσφατα μέσω του Ταμείου Αποκρατικοποιήσεων Ιδιωτικής Περιουσίας Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ), που θεσμοθετήθηκε με τον μνημονιακό νόμο 3968/2011 με σκοπό το προϊόν της δραστηριότητάς του να χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την αποπληρωμή του δημόσιου χρέους της χώρας.

Στο ΤΑΙΠΕΔ έχουν περιέλθει σταδιακά πλήθος δημόσιων περιουσιακών στοιχείων που κατατάσσονται στις παρακάτω κατηγορίες : πάνω από 35 λιμένες, πάνω από 3.000 δημόσια ακίνητα (μεταξύ αυτών το Ελληνικό και ο Αστέρας Βουλιαγμένης, ιαματικές πηγές, κάμπινγκ, Ξενία, κτίρια υπουργείων, δημόσιας διοίκησης, κ.λπ.), δεκάδες ακίνητα εξωτερικού, δεκάδες ιστορικά διατηρητέα ή όχι μνημεία, εθνικές οδοί, 40 αερολιμένες, στρατιωτικές εγκαταστάσεις, φυσικό αέριο (ΔΕΠΑ, ΔΕΣΦΑ, κ.λπ.), αμυντική βιομηχανία (ΕΑΣ, ΕΛΒΟ), πετρέλαιο (ΕΛΠΕ), πλήθος παραλιών – αιγιαλών εκατοντάδων χιλιάδων στρεμμάτων, ύδρευση (ΕΥΔΑΠ, ΕΥΑΘ), χιλιάδες στρέμματα γης, υγρότοποι/υδροβιότοποι, σιδηρόδρομοι (ΤΡΑΙΝΟΣΕ ΑΕ, ΕΕΣΣΤΥ), ταχυδρομεία (ΕΛΤΑ), κερδοφόρες επιχειρήσεις.

Οι εκποιήσεις μέσω ΤΑΙΠΕΔ δεν προχώρησαν με τους αναμενόμενους από τους λεγόμενους «θεσμούς» της Ευρωζώνης με την επιθυμητή ταχύτητα πριν από την άνοδο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Υπήρξαν κινητοποιήσεις, έγιναν προσφυγές στα συνταγματικά δικαστήρια και σε αρκετές περιπτώσεις ασκήθηκαν διώξεις ποινικές για οικονομικά εγκλήματα από τους Εισαγγελείς Οικονομικού Εγκλήματος. Σε κάθε περίπτωση έγινε φανερό ότι η διατυμπανιζόμενη «ανάπτυξη» σημαίνει παράδοση στο μεγάλο ιδιωτικό κεφάλαιο των περιουσιακών στοιχείων του ελληνικού λαού που ανήκουν στο κράτος, με αποτέλεσμα τον αθέμιτο πλουτισμό των ολίγων, την καταστροφή της οικονομίας και των επιχειρήσεων της χώρας, της μαζικής ανεργίας και της γενικευμένης χαμηλά αμειβόμενης, ανασφάλιστης εργασίας.

Δ. Ελληνική Εταιρία Συμμετοχών και Περιουσίας ΑΕ

Μετά την υπογραφή του τρίτου μνημονίου η επίθεση των ευρωπαϊκών «θεσμών» γενικεύτηκε. Η Ελληνική Εταιρία Συμμετοχών και Περιουσίας ΑΕ ψηφίστηκε στις 21/7/2016 ως τέταρτο μέρος του νόμου «Επείγουσες Διατάξεις για την Εφαρμογή της Συμφωνίας Δημοσιονομικών Στόχων και Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις» και αποτελεί το Τέταρτο Μέρος του (άρθρα 184-233). Η Εταιρεία δεν ανήκει στο δημόσιο ή ευρύτερο δημόσιο τομέα. Οι διατάξεις που αναφέρονται σε δημόσιες επιχειρήσεις δεν εφαρμόζονται, εκτός εάν αυτό προβλέπεται ρητά από τον νόμο.

Η Εταιρεία λειτουργεί σύμφωνα με τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας χάριν του δημοσίου συμφέροντος για ειδικό σκοπό, ο οποίος προσδιορίζεται α. ως αποπληρωμή του (φερόμενου) ως δημόσιου χρέους β. ως συνεισφορά πόρων για την επενδυτική πολιτική της χώρας, η οποία ελέγχεται πλήρως από τους ευρωπαϊκούς «θεσμούς» ESM (Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας) και ΕΕ (Ευρωπαϊκή Επιτροπή). Η διανομή των κερδών της Εταιρείας γίνεται ως εξής : ποσοστό 50% καταβάλλεται για το χρέος, τα υπόλοιπα κέρδη χρησιμοποιούνται για τις επενδύσεις της Εταιρείας σύμφωνα με την πολιτική που αναφέρεται στα άρθρα του νόμου.  

Η διάρκεια της Εταιρείας ορίζεται σε 99 έτη – η διάρκεια του ΤΑΙΠΕΔ ήταν 6 έτη και το νέο Ταμείο υπολογιζόταν αρχικά να έχει διάρκεια 35 ετών. «Θεσμοί» και κυβερνήσεις φαντάζονται ότι το μέλλον θα τους ανήκει αιώνια !! Με τη σύσταση/απόκτηση νομικής προσωπικότητας της Εταιρείας τα παρακάτω νομικά πρόσωπα θεωρούνται άμεσες θυγατρικές αυτής και ενσωματώνονται κατά πλήρη κατοχή, νομή και κυριότητα.

α.  Το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ)

β.  Το Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ)

γ.  Η Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤΑΔ ΑΕ)

δ.  Η Εταιρεία Δημοσίων Συμμετοχών ΑΕ (ΕΔΗΣ), η οποία συστήνεται τώρα

    και στην οποία περιλαμβάνονται όλες οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας.

Η Εταιρεία μπορεί να ιδρύει και άλλες θυγατρικές για την επίτευξη των σκοπών της.

Όλα τα βασικά περιουσιακά στοιχεία του κράτους, ένα μικρό – έναντι των σημερινών παραχωρήσεων – μέρος των οποίων είχε περιληφθεί στο ΤΑΙΠΕΔ, περιέρχονται στη νέα Εταιρεία. Όσον αφορά τη νεόκοπη Εταιρεία Δημοσίων Συμμετοχών (ΕΔΗΣ), αυτή θα κατέχει τη συμμετοχή του Κράτους – όση απέμεινε – σε δημόσιες επιχειρήσεις, θα διαχειρίζεται και θα αξιοποιεί τα εν λόγω ποσοστά σύμφωνα με βέλτιστες διεθνείς πρακτικές και τις κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ. Οι δημόσιες επιχειρήσεις που ελέγχονται από την ΕΔΗΣ υπόκεινται σε κατάλληλη εποπτεία σύμφωνα με τους κανόνες της εθνικής και ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Με την καταχώρηση του καταστατικού της ΕΔΗΣ, οι μετοχές των δημόσιων επιχειρήσεων μεταβιβάζονται αυτοδικαίως και χωρίς αντάλλαγμα σ’ αυτή.

Η κυριότητα και νομή όλων των κινητών και ακινήτων περιουσιακών στοιχείων, τα οποία ανήκουν στο Ελληνικό Δημόσιο και τα διαχειρίζεται η ΕΤΑΔ σύμφωνα με τον νόμο 2636/1998, μεταβιβάζονται αυτομάτως στην ΕΤΑΔ χωρίς αντάλλαγμα, με εξαιρέσεις προστατευόμενων φυσικών περιοχών, για να πάρουν των άγουσα της νέας διαχείρισης μέσω Εταιρείας.

Το Εποπτικό Συμβούλιο  της Ελληνικής Εταιρείας Συμμετοχών και Περιουσίας ΑΕ αποτελείται από 5 μέλη. 3 εξ αυτών επιλέγονται από το Ελληνικό Δημόσιο, κατόπιν όμως σύμφωνης γνώμης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Ε.Ε.) και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) και 2 μέλη, μεταξύ των οποίων ο Πρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου, επιλέγονται από την Ε.Ε. και τον ESM, με σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Οικονομικών. Η θητεία του Εποπτικού Συμβουλίου είναι πενταετής, αποφασίζει δε για τα παρακάτω θέματα : εκλέγει και διορίζει τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας, ανακαλεί τον διορισμό των μελών του, καθορίζει τις αμοιβές τους, προσυπογράφει την πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου προς τη Γενική Συνέλευση του μοναδικού μετόχου (Ελληνικό Δημόσιο) για οποιαδήποτε τροποποίηση του Εσωτερικού Κανονισμού της Εταιρείας και των θυγατρικών της, εκτός ΤΧΣ και ΤΑΙΠΕΔ, και για οποιαδήποτε τροποποίηση Καταστατικού. Επίσης, αποφασίζει για αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, αξιολογεί τα πεπραγμένα του Διοικητικού Συμβουλίου, ασκεί ένα πλήθος εξουσιών για τον έλεγχο των αρμοδιοτήτων του ΔΣ, καθιστώντας το τελευταίο ανεύθυνο. Σε κάθε περίπτωση, για να μην υπάρχει καμιά αμφιβολία για το ποιός διαθέτει την εξουσία της πολιτικής και των αποφάσεων, το Εποπτικό Συμβούλιο παρεμβαίνει και στο διορισμό των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας αποτελείται από 5 – 7 μέλη τα οποία εκλέγονται για τετραετή θητεία, όπως ορίζεται στο Καταστατικό της με απόφαση του Εποπτικού Συμβουλίου και υπό τις προϋποθέσεις που θέτει ο Εσωτερικός Κανονισμός. Το Εποπτικό Συμβούλιο διορίζει μεταξύ των μελών του ΔΣ τον Πρόεδρο και τον Διευθύνοντα Σύμβουλο.

Η Εταιρεία και οι άμεσες θυγατρικές της, εξαιρουμένων των ΤΧΣ και ΤΑΙΠΕΔ, μπορούν να μετέρχονται όλες τις μεθόδους που κρίνονται κατάλληλες προκειμένου ν’ αξιοποιούν τα περιουσιακά τους στοιχεία. Προκειμένου να προβούν σε ιδιωτικοποίηση των περιουσιακών τους στοιχείων δύνανται να προβαίνουν ενδεικτικά στην πώλησή τους, τη μεταβίβαση οποιωνδήποτε εμπράγματων ή ενοχικών δικαιωμάτων επί αυτών ή την εισφορά των τελευταίων σε ανώνυμες εταιρείες ή ιδιωτικές και κεφαλαιουχικές εταιρείες και στη συνεπακόλουθη πώληση των σχετικών μετοχών σε τρίτους.

Η Εταιρεία και οι άμεσες θυγατρικές της μπορούν να προσλαμβάνουν προσωπικό με συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου για απασχόληση ορισμένου ή αορίστου χρόνου, με σχέση εντολής ή με σύμβαση έργου. Μπορούν, επίσης, να καλύπτουν τις ανάγκες σε προσωπικό συνάπτοντας συμβάσεις δανεισμού εργαζομένων με εταιρείες του ιδιωτικού τομέα ή εταιρείες των οποίων οι μετοχές έχουν μεταφερθεί στην Εταιρεία ή σε κάποια από τις θυγατρικές της. Μπορούν να αποφασίσουν τη μεταφορά εργαζομένων από την Εταιρεία στις θυγατρικές της ή από μια θυγατρική στην άλλη ή στην Εταιρεία. Τέλος, επιτρέπεται η απόσπαση στην Εταιρεία και τις θυγατρικές της προσωπικού από το Δημόσιο ή τα ΝΠΔΔ ή τον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Είναι φανερό ότι οι εργασιακές σχέσεις και τα εργασιακά δικαιώματα έχουν καταλυθεί.

Η παράδοση των περιουσιακών στοιχείων του Ελληνικού Κράτους σε εξωχώριους θεσμούς και ανέλεγκτες από αιρετά όργανα διαδικασίες έγινε μέσα σε μια νύχτα κι ενώ το σχέδιο νόμου ήταν γνωστό μόλις δύο μέρες πριν. Τα κείμενα των συμφωνιών συντάσσουν στο πόδι οι «θεσμοί» και επικυρώνουν οι εθελόδουλοι Έλληνες βουλευτές. Είναι αυτονόητο ότι η όποια επίφαση δημοκρατίας έχει καταργηθεί.

Ε. Δύο παραδείγματα υφαρπαγής δημόσιας περιουσίας από το προηγούμενο Ταμείο Αποκρατικοποιήσεων (ΤΑΙΠΕΔ)

α. 14 Περιφερειακά Αεροδρόμια

β.  Δημόσιο ακίνητο πρώην Αεροδρομίου Ελληνικού 

Η εκποίηση των 14 Περιφερειακών Αεροδρομίων, εναντίον της οποίας αναπτύχθηκε σημαντικό κίνημα από τις τοπικές κοινωνίες έχει σχεδόν ολοκληρωθεί, πάντως με παράκαμψη της νομιμότητας.

Πρόκειται για τα αεροδρόμια Θεσσαλονίκης, Κέρκυρας, Ζακύνθου, Κεφαλονιάς, Ακτίου, Καβάλας, Χανίων, Ρόδου, Κω, Σαντορίνης, Μυκόνου, Μυτιλήνης, Σκιάθου, Σάμου.

Στα αεροδρόμια τίθεται εξαρχής το θέμα παραχώρησης και διαχείρισης δημόσιων κοινοχρήστων πραγμάτων, που αντίκειται στο Σύνταγμα. Επίσης, θέμα αναρμοδιότητας του οργάνου το οποίο ενέκρινε την υπογραφή της σύμβασης παραχώρησης και ασυμβίβαστου επειδή η Lufthansa – τεχνικός σύμβουλος του ελληνικού δημοσίου – μετέχει στην Κοινοπραξία στην οποία παραχωρούνται τα αεροδρόμια, παραβιάζοντας ευρωενωσιακούς και διεθνείς κανόνες περί διαφάνειας, αμεροληψίας και ελεύθερου ανταγωνισμού. Αίτημα να ερωτηθεί προδικαστικά το Δικαστήριο της ΕΕ δεν εισακούστηκε. Στην πραγματικότητα η παραχώρηση γίνεται σε κρατική γερμανική εταιρεία, επομένως δεν πρόκειται για αποκρατικοποίηση. Γι’ αυτό και τέθηκε το θέμα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και έγινε προσφυγή στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού.

Το οικονομικό σκέλος της συμφωνίας είναι σκανδαλώδες. Η κοινοπραξία θα πληρώσει εφάπαξ στο ελληνικό δημόσιο 1,234 δις €, που ισοδυναμούν με τα τριετή καθαρά έσοδα του κράτους από τα αεροδρόμια. Αν αφαιρεθούν τα 520 εκατ. € που έχουν δοθεί από το ΕΣΠΑ για έργα στα αεροδρόμια Θεσσαλονίκης και Χανίων και τα οποία πρέπει να επιστρέψει το κράτος, τότε το τίμημα που θα δοθεί τελικά είναι 714 εκατ. €. Το ετήσιο μίσθωμα που καταβάλει η Fraport για τα 14 αεροδρόμια είναι 0,023 δις € που ισοδυναμεί με τον ετήσιο τζίρο μόνο του κρατικού αερολιμένα Κέρκυρας. Στο διάστημα 40 ετών της σύμβασης  η κοινοπραξία θα εισπράξει πάνω από 22 δις € και θα αποδώσει στο κράτος μόνο 3,85 δις €. Αν η εκποίηση των 14 εύρωστων αεροδρομίων, από τα οποία χρηματοδοτούνται 18 οικονομικά αδύναμα, πραγματοποιηθεί το κράτος θα κληθεί ή να πληρώσει το κόστος διατήρησης των 18 ή να τα κλείσει, με τραγικές περιπτώσεις στις τοπικές κοινωνίες, ιδιαίτερα τις νησιωτικές. 

Εξ ίσου σοβαρό θέμα είναι ο έλεγχος  των αερομεταφορών και του τουριστικού τομέα από γερμανικά κεφάλαια. Με δεδομένη και τη σκανδαλώδη παραχώρηση του αερολιμένα Αθηνών στη Hochtief, το ελληνικό κράτος θα απολέσει τον σχεδιασμό των αερομεταφορών (εξυπηρέτηση τοπικών κοινωνιών, πολιτική ενίσχυσης περιοχών, τουριστική ανάπτυξη, κ.λπ.), που αποτελούν βασικό πυλώνα της παραγωγικής συγκρότησης/παραγωγικού μετασχηματισμού της χώρας.

Ο Πανελλήνιος Σύλλογος Αερολιμενικών Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας έχει παρουσιάσει ένα αναπτυξιακό σχέδιο εκσυγχρονισμού των αεροδρομίων και πολλαπλασιασμού των εσόδων τα οποία μπορούν να αποφέρουν. Η έκθεση είναι συντριπτική : η δημόσια περιουσία κυριολεκτικά χαρίζεται ενώ υπάρχει ένα εναλλακτικό, άμεσα εφαρμόσιμο σχέδιο. Αλλά ακόμα και αν το τίμημα ήταν εύλογο η παραχώρηση δεν θα έπρεπε να γίνει, ακριβώς γιατί το κράτος χωρίς περιουσιακά στοιχεία χάνει την κυριαρχία του, καθίσταται προτεκτοράτο, όπως είναι η Ελλάδα σήμερα.

Στην περίπτωση του Δημόσιου Ακίνητου του πρώην Αεροδρομίου Ελληνικού και της Παραλίας Αγίου Κοσμά, υπάρχουν σοβαρά θέματα νομιμότητας και συνταγματικής τάξης τα οποία επεσήμαναν με εξώδικό τους προς τον Πρωθυπουργό κ. Τσίπρα και τον Υπουργό Οικονομικών κ. Τσακαλώτο 40 πολίτες, με επικεφαλής τον Μανώλη Γλέζο και τον Έλληνα ευρωβουλευτή Νίκο Χουντή.

Η φερόμενη ως «επένδυση» στο Ελληνικό αποτελεί υφαρπαγή δημόσιας γης 6.205.677 τ.μ., τεράστιας οικολογικής και οικονομικής αξίας, με διαδικασίες διάτρητες νομικά και συνταγματικά, που επισύρουν ποινικές ευθύνες. Ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη εισαγγελική έρευνα, την οποία διενεργεί ο εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος Γ. Δραγάτσης για το χαμηλό τίμημα της παραχώρησης, και εξετάζεται από την Επιτροπή Αναφορών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αναφορά σχετικά με τις παραβιάσεις της Ευρωπαϊκής Νομοθεσίας.

Η επιλεγείσα επενδύτρια εταιρεία Lamda Development αποκτά στο Ελληνικό Δικαιώματα Επιφανείας για 99 έτη (!) και ποσοστό 30% εξ αδιαιρέτου κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή. Κατ’ ουσίαν ιδιοποιείται σκανδαλωδώς το δημόσιο ακίνητο.

Σύμφωνα με το σχέδιο Foster, που συνοδεύει τη σύμβαση, στο Ελληνικό θα δημιουργηθεί μια νέα εσωστρεφής ιδιωτική πόλη 27.000 κατοίκων και δόμησης 3-3,6 εκατ. τ.μ. Στις χρήσεις περιλαμβάνονται κατοικία διαφορετικών ειδών, τουριστικά καταλύματα, καζίνο και συνοδές χρήσεις, κτίρια γραφείων, λιανικό εμπόριο και τεράστια πολυκαταστήματα, κτίρια υγείας – πρόνοιας, ιδιωτικό πανεπιστημιακό συγκρότημα, άλλα κτίρια εκπαίδευσης, πολιτισμού, αθλητισμού. Η εσωστρεφής αυτή πόλη απομονώνει όσους θα κατοικήσουν εκεί, παρέχοντας όλες τις δυνατές εξυπηρετήσεις. Στις ζώνες που γειτνιάζει με ενεργές οικονομικά περιοχές των πέριξ δήμων, λειτουργεί ανταγωνιστικά προς αυτές, καθώς δημιουργεί νέες εκτεταμένες ζώνες γραφειακών χώρων, πολυκαταστημάτων κ.λπ. Πρόκειται για μία ιδιωτική πόλη η οποία θα χρηματοδοτείται από το Ελληνικό Δημόσιο ως προς τις δημοτικές υπηρεσίες και τις κοινόχρηστες λειτουργίες.

Στο κορεσμένο οικολογικά Λεκανοπέδιο όπου η Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή είναι απαγορευτική σε νέα δόμηση και στην καρδιά των παράκτιων και γειτονικών δήμων, όπου υπάρχει ήδη τεράστια φούσκα ακινήτων, η φερόμενη ως επένδυση αποτελεί μια καταστροφική οικολογικά βόμβα με τεράστιες επιπτώσεις για την οικονομία της περιοχής, ευρύτερα του Λεκανοπεδίου.

Η νέα ιδιωτική πόλη θα προσελκύσει για ορισμένες, προσιτές οικονομικά λειτουργίες, καταναλωτές από τους κατοίκους των πέριξ δήμων και όλο το Λεκανοπέδιο, πλήττοντας τις ήδη συρρικνωμένες οικονομικές δραστηριότητες της Αττικής. Τα νέα κτίρια γραφείων, τα malls και λοιπά καταστήματα στον άξονα της Βουλιαγμένης και το πλήθος των κατοικιών του σχεδίου Foster θα οδηγήσουν σε οριστικό μαρασμό τη σημερινή αγορά ακινήτων και σε πτώχευση τις σχετικές επιχειρήσεις. Οι νέες κακοπληρωμένες και ανασφάλιστες θέσεις εργασίας θα δημιουργηθούν στα ερείπια των μικρών και μεσαίων οικοδομικών, εμπορικών και τουριστικών επιχειρήσεων, της μισθωτής εργασίας, της αυτοαπασχόλησης και των συμπληρωματικών εισοδημάτων από ενοικίαση. Ένα τεράστιο εργοτάξιο θα λειτουργεί για δεκαετίες, δημιουργώντας μόνιμη επιβάρυνση τόσο στις λειτουργίες της πόλης και της ζωής των κατοίκων όσο και στον τομέα του τουρισμού, ενώ ένας τεράστιος όγκος μπάζων θα επιβαρύνει τη γη της Αττικής.

Η υφαρπαγή του Ελληνικού συντελείται στο όνομα της αποπληρωμής του δημόσιου χρέους αλλά σχεδόν τίποτε δεν φτάνει στη μαύρη τρύπα των 321 δις €. Σύμφωνα με την πραγματογνωμοσύνη του Τεχνικού Επιμελητηρίου (2014) η επενδυτική αξία του Ελληνικού είναι 3 δις €, όμως καταβάλλονται σε παρούσα αξία μόλις 576 εκατ. €. Σύμφωνα με τις δύο πρόσφατες πραγματογνωμοσύνες, που διέταξε ο Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος Γ. Δραγάτσης, η πραγματική αξία του ακινήτου είναι τέσσερις φορές πάνω από το καταβαλλόμενο τίμημα (α΄ περίπτωση), ενώ το τίμημα σε παρούσα αξία που θα πρέπει να καταβάλλει η επενδύτρια εταιρεία είναι τουλάχιστον δυόμιση φορές μικρότερο με βάση τη σημερινή αξία του ακινήτου (β΄ περίπτωση).

Σε κάθε περίπτωση το πενιχρό τίμημα θα δοθεί για το χρέος. Όμως, το Ελληνικό Δημόσιο θα κληθεί να πληρώσει άμεσα 134 εκατ. € για τη μετεγκατάσταση των δημοσίων υπηρεσιών που στεγάζονται στο ακίνητο, επίσης το κόστος της υπογειοποίησης της λεωφόρου Ποσειδώνος και θα αναλάβει, από την πρώτη μέρα δημιουργίας της νέας πόλης, τη λειτουργία και συντήρηση των ελεύθερων χώρων και του πάρκου, των κοινόχρηστων πολεοδομικών έργων και υποδομών, των κοινωφελών κτιρίων και υπηρεσιών, θεσπίζοντας ειδικό διοικητικό φορέα. Επίσης, το Δημόσιο παραχωρεί το Ολυμπιακό Κέντρο Ιστιοπλοΐας Αγίου Κοσμά και άλλες Ολυμπιακές Εγκαταστάσεις, μεγάλης οικονομικής αξίας. Δηλαδή το Ελληνικό κράτος ζημιώνει από την «επένδυση», η οποία δεν θα γίνει με ίδιους πόρους του ιδιώτη αλλά με δανεισμό από τις τράπεζες (1 προς 3) που αρνούνται να δώσουν ρευστότητα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Υπάρχει εναλλακτική λύση. Στο Ελληνικό μπορεί να δημιουργηθεί ένα Μητροπολιτικό Πάρκο ως σημαντικός Πόλος Περιβάλλοντος, Πολιτισμού και Αθλητισμού, ανοιχτό στους κατοίκους της Αττικής και τους ξένους επισκέπτες. Ένας πόλος έλξης εναλλακτικού φυσιολατρικού/πολιτισμικού τουρισμού, που λειτουργεί όλο τον χρόνο και συνεργάζεται με τα μνημεία της φύσης και του πολιτισμού από τη Λυρική Σκηνή και τη Βιβλιοθήκη μέχρι το Ναό του Ποσειδώνα και τη Γαλλική Εταιρεία Μεταλλείων Λαυρίου. Ένας πόλος που ενεργοποιεί φθίνουσες υπηρεσίες και αδιάθετα ακίνητα στους παρακείμενους δήμους και το παράκτιο μέτωπο από τον Πειραιά έως το Λαύριο. Το Μητροπολιτικό Πάρκο θα συμβάλλει σοβαρά, αν δημιουργηθεί, στην παραγωγική/κοινωνική ανασυγκρότηση της Αττικής, την οικολογική αναβάθμιση και την ευημερία των κατοίκων της.

Το σχέδιο αυτό είναι εύκολα υλοποιήσιμο σταδιακά και μπορεί να χρηματοδοτηθεί άμεσα από την ορθολογική λειτουργία του Ολυμπιακού Κέντρου Ιστιοπλοΐας Αγίου Κοσμά και από ένα μέρος του ποσού των 134 εκατ. €που θα πληρώσει εξ αρχής για τη μετεγκατάσταση των υπηρεσιών του το Δημόσιο, εφόσον υλοποιηθεί το σχέδιο της Lamda Development.

ΣΤ. Αντιστάσεις στην υφαρπαγή της δημόσιας περιουσίας.

Σύνδεση με τα μείζονα αιτήματα : α. αποκατάστασης της δημοκρατίας, της κρατικής /εθνικής/λαϊκής κυριαρχίας β. διαγραφής του χρέους.

Οι αγώνες για κάθε επιμέρους περίπτωση εκποίησης – ιδιαίτερα όταν πρόκειται για βασικές κοινωφελείς επιχειρήσεις και περιουσιακά στοιχεία του κράτους – είναι εκ προοιμίου άνισοι. Αντίπαλοι των κινημάτων είναι οι ευρωπαϊκοί «θεσμοί» επιβολής της νεοφιλελεύθερης πολιτικής, η κυβέρνηση  ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, η αντιπολίτευση και η εθνική ολιγαρχία. Αξίζει, όμως, να διεξάγονται αυτοί οι αγώνες όχι μόνο γιατί η κοινωνία δεν πρέπει να αυτοχειριαστεί αλλά και γιατί εγγράφονται σ’ ένα ευρύτερο σχέδιο αμφισβήτησης/ανατροπής των μνημονιακών δεσμεύσεων, ανάκτησης της κυριαρχίας της χώρας και αποκατάστασης των δημοκρατικών θεσμών, οι οποίοι έχουν ανασταλεί  εξαιτίας του θεσμικού πραξικοπήματος που επιβάλλεται μέσω της Ευρωζώνης και του ευρώ.

Οι αγώνες στα επιμέρους μέτωπα κατά της υφαρπαγής της δημόσιας περιουσίας συνεχίζονται, πολύ περισσότερο που οι κυβερνητικές αποφάσεις και οι αποφάσεις της Βουλής συνιστούν ανατροπή του Ελληνικού συντάγματος και σφετερισμό εξουσίας (άρθρο 134). Μέσα όμως από τις κινητοποιήσεις αυτές έχουν ήδη αναδειχθεί δύο μείζονα ζητήματα : η κατάλυση της δημοκρατίας και της κυριαρχίας της χώρας και το αίτημα διαγραφής και, πάντως, ριζικής διευθέτησης του χρέους, στο όνομα του οποίου, μέσω δανειακών συμβάσεων και μνημονίων, υφαρπάζονται τόσο τα περιουσιακά στοιχεία του κράτους όσο και των Ελλήνων πολιτών. Υπάρχει, λοιπόν, μια ευρεία κοινωνική/πολιτική σύγκλιση σε γενικούς στόχους, που συνιστούν θεμελιώδεις προϋποθέσεις για την επιβίωση της χώρας, την παραγωγική και κοινωνική ανασυγκρότηση. Ο ογκόλιθος του αθέμιτου, επονείδιστου και παράνομου χρέους είναι η βασιλική οδός κατάλυσης της αυτονομίας της ελληνικής δημοκρατίας και λήψης αποφάσεων που καθιστούν τη χώρα προτεκτοράτο, κατ’ άλλους «αποικία χρέους». Η συνειδητοποίηση αυτής της πραγματικότητας από τις πληττόμενες τάξεις της ελληνικής κοινωνίας μπορεί να οδηγήσει σε ένα κοινωνικό και πολιτικό κίνημα που θα θέτει τα μείζονα επίδικα. Για τη συγκρότησή του αγωνιζόμαστε.

Παραπομπές

1. Επιτροπή Αλήθειας Δημόσιου Χρέους, Προκαταρκτική Έκθεση, Ιούνιος  2015

Η Επιτροπή Αλήθειας Δημοσίου Χρέους συστήθηκε στις 4 Απριλίου 2015 με απόφαση της Προέδρου της Βουλής των Ελλήνων κ. Ζωής Κωνσταντοπούλου, η οποία όρισε ως επιστημονικό συντονιστή της Επιτροπής τον καθηγητή κ. Eric Toussaint, ενώ ανέθεσε τη συνεργασία της Επιτροπής με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τα κοινοβούλια άλλων χωρών και τους διεθνείς οργανισμούς στην ευρωβουλευτή κ. Σοφία Σακοράφα.

Τα μέλη της Επιτροπής συνεδρίασαν σε κλειστές αλλά και δημόσιες συνεδριάσεις για τη συγγραφή της παρούσας Προκαταρκτικής Έκθεσης, υπό την επίβλεψη του επιστημονικού συντονιστή, και με τη συνεργασία και τη συμβολή των άλλων μελών της Επιτροπής, καθώς και ειδικών συνεργατών, εμπειρογνωμόνων και επιστημόνων.

Την ευθύνη των κεφαλαίων της Προκαταρκτικής  Έκθεσης είχαν τα παρακάτω μέλη της Επιτροπής: Θάνος Κονταργύρης, Σταύρος Τομπάζος, Λεωνίδας Βατικιώτης, Χριστίνα Λασκαρίδη, Maria Lucia Fattorelli, Ozlem Onaran, Michel Husson, Σπύρος Μαρκέτος, Ηλίας Μπαντέκας, Renaud Vivien.  Συνεργάστηκαν οι: Ηρακλής Ακτύπης, εκ μέρους και της Αλίκης Γιωτοπούλου – Μαραγκοπούλου, Daniel Albaracin, Olivier Bonfond, Diego Borja, Sergi Cutillas, Raphael Alves Gonclaves, Φώτης Γκουτζιομήτρος, Γιώργος Κασιμάτης, Άρης Καζάκος, Cephas Lumina, Σόνια Μητραλιά, Patrick Saurin, Παντελής Σκλιάς, Δέσποινα Σπανού, Νίκος Στρόμπλος,  Σοφία Τζιτζίκου .  

2. Μαϊκλ Χάντσον, καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Μισούρι και σύμβουλος πολλών  κυβερνήσεων, συνέντευξη στην Εφ. Συντακτών, 18-19/7/2015

3. ΤΑΙΠΕΔ: Όργανο εκποίησης της περιουσίας και κατάργησης της εθνικής κυριαρχίας της

    Ελλάδας, έκδοση Ιδρύματος Μαραγκοπούλου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, Αθήνα, 2014.

Δημοσίευση (αγγλικά)

https://www.jacobinmag.com/2016/09/greece-tsipras-memorandum-privatization-public-assets/

http://www.cadtm.org/Greece-A-Country-for-Sale

Αναρτήθηκε επίσης στην ιστοσελίδα του Éric Toussaint

Greece: A Country for Sale

by Eleni Portaliou

Eleni Portaliou is a member of the Citizens’ Initiative against the Seizure of Public Property and a professor in the School of Architecture, National Technical University, Athens.

The most persistent myth concerning Syriza’s capitulation to the troika is that it was a “forced choice.” To put it differently, “there was no alternative” to signing a third memorandum, given an extremely unfavorable balance of forces at a European and international level. This is the only seemingly rational argument Tsipras and his followers have been able to produce defending their actions.

The story, however, doesn’t end here. Alexis Tsipras didn’t just dismiss the alternatives proposed by nearly half his own party and lead his government to the most spectacular surrender ever perpetrated by a left-wing political force. He also agreed to stay in power to fully and faithfully implement the policies of his former adversaries.

As a consequence, to give credibility to this left version of the “there is no alternative” argument, more self-serving arguments are necessary. The main one is that “implementing all these new austerity measures goes against our will, and we do everything we can to attenuate their negative consequences.”

Those on the Left who still defend Syriza share this line of defense. Among them is the French philosopher Etienne Balibar who, in one of his recent articles, writes that although Tsipras was “forced to concede to the diktats of the Europeans,” he nevertheless “strives to ensure that this policy of austerity and expropriation of national wealth is the least unjust to those who have already suffered the most.”

But the reality of Syriza’s governance one year after signing the third memorandum is enough to refute this argument. The following article concentrates on one of the most important aspects of the ongoing experiment in the country: the imposition of a model of “accumulation by dispossession,” not to a country of the Global South or Eastern Europe but to a member of the eurozone since its creation and of the European Economic Community since the early 1980s. It demonstrates that far from alleviating what its predecessors had agreed to do, Tsipras and his government are actually implementing a selling-out of public assets at a scale unseen since German reunification.

The author of this text, Eleni Portaliou, is a widely respected figure of the Greek radical left. An architect and professor emeritus at the National Technical University of Athens, she has been a longstanding member of the Communist Party of Greece (Interior), a municipal councilor in Athens for several terms, and then a member a Syriza’s central committee, which she left in the summer of 2015. She has been a pioneer in urban movements and a leading campaigner against the privatization of Greek state assets.

— Stathis Kouvelakis


Privatization — the seizure of public property by private capital — is a central element of neoliberal globalization, routinely imposed not only by national governments but by supranational organizations like the International Monetary Fund, OECD, World Bank, European Central Bank (ECB), and European Commission.

Today, Greece is the epicenter of privatization. The third memorandum, signed by the Tsipras government in 2015, enabled the property of the Greek state to be given away through scandalous methods to multinational companies and other states.

The theft is not unusual. Privatization is one of the ironclad principles of neoliberal economic thinking, along with balanced budgets, independence of the ECB, prohibition of monetary financing of deficits, and close bonds with the financial markets. These principles have been constitutionally incorporated into the European edifice, codifying the appropriation and waste of public wealth, destroying human labor, and undermining the survival of our planet.

Public Property for Public Debt

In Greece bad things seem to happen in threes. The strategy of seizing public property in the country comes from three reversals of property relations imposed by the loan agreements and the subsequent passage of three memoranda.

First, banks were allocated to foreign investors at ridiculously low prices. In the process, the public sector, which had acquired the failing banks with taxpayers’ money and could have nationalized them, lost a key regulatory tool in the economy.

The bank privatization facilitated the seizure of private property of Greek businesses through the “red loans” and securities held by the banks. This was the second reversal. The seizure of businesses was justified as part of a plan to restructure and consolidate big enterprises so that they could change owners in the most advantageous way for the new proprietors.

Small and medium enterprise seizures came next, and included primary residences — a devastating loss for many farmers, self-employed people, and small businesses. Distress funds have already initiated purchases by the banks of non-performing loans.

The third fundamental reversal in the ownership regime concerns the seizure of public property for the purpose of servicing the alleged public debt. To understand this reversal it is first necessary to examine the validity of claims about the country’s public debt — the justification for confiscating public property.

What is the connection between privatization and the public debt?

In Europe, as in America, the real epicenter of the 2008–2010 crisis is the banking sector and in the public money lent to stave off its bankruptcy, leading countries like Greece into bankruptcy. Public debt is not the debt of societies. It is the debt of the global banking system, which collapsed because of the uncontrolled speculative movements of financial capital. The banking system has been supported with public money, keeping it alive during the crisis, and today it continues to operate exactly the same way that it did prior to the collapse.

The nature of this arrangment is not a secret. The Public Debt Parliamentary Truth (PDPT) commission (July 2015) characterized the debt as “illegitimate, odious, illegal.” It is also unsustainable, approaching €300 billion today.

According to the PDPT commission:

. . . [T]he non-sustainability of the Greek public debt has always been clearly known to international lenders, the Greek authorities and the systemic media. Nevertheless, in 2010 the Greek authorities, together with some governments of the European Union, conspired against the restructuring of public debt in order to protect financial institutions. The . . . media concealed the truth from the public, pretending that . . . the rescue involved Greece as a whole rather than just the banks . . . creating a narrative that aimed to represent the Greek population as somehow deserving mistreatment by the creditors.

Furthermore,

The amount allocated through the 2010 and 2012 rescue (memorandum) programs was controlled from abroad through complex arrangements which excluded any financial autonomy. Lenders strictly dictated the allocation of loan funds for purposes of “rescue,” of which only a small portion, less than 10 percent, was directed to meet current public spending.

The Greek people are aware of this arrangement. Hence the protest slogan of the exceptionally large and militant mobilizations of 2010–12: “We don’t owe anything. We aren’t selling anything. We’re not paying.”

Sovereignty

A sovereign state has the right to refuse the seizure of its key assets.

Michael Hudson, professor of economics at the University of Missouri and adviser to numerous governments, says:

no sovereign state may be deprived of its assets. It is not just a transgression against democracy; it amounts to a rejection of what is defined as a sovereign state under international law. So it is something more serious than an attack on democracy. It is an intra-European war.

The reality is a bit more complex. According to Councillor of State Maria Karamanof (and president of the Chamber of Environment and Sustainability), public real estate may be divided into three categories. The first includes property that is by its nature inextricably linked to fundamental public goals of national sovereignty and sustainable development (defense, security, essential elements of the natural and cultural environment, basic energy, and transport infrastructures, etc.).

The second category includes property that serves public goals that are integral to the modern social state and part of the infrastructure necessary for the provision of corresponding public services (hospitals, schools, public buildings, barracks, etc.)

The third category includes public real estate which is clearly private property of the public sector. Only this third category may, under certain conditions, be surrendered to private citizens, and always in accordance with procedures determined by the sovereign state, not by extraterritorial organizations such as, to an extent, the Hellenic Republic Asset Development Fund (HRADF) and, much more, the recently formed privatization superfund Hellenic Company of Assets and Participations, S. A. (HCAP) for seizure of the totality of public property, under the direct control and by direct decision of the European Central Bank and the European Commission (EC).

Moreover, management of the concession of the state assets whose allocation is constitutionally permissible is the exclusive responsibility of the state, in this case the Greek state. In relation to HRADF the eminent constitutional expert George Kasimatis has declared that,

the Fund for Denationalizing Private Property, whatever it is called, is an illegal and criminal institution because it violates national sovereignty in relation to management of public property and causes immeasurable economic damage to the state.

The First Wave of Privatizations

The illegal nature of the divestiture/seizure of public property in Greece has not stopped it from happening. Until recently the theft went through the Hellenic Republic Asset Development Fund (HRADF), which was legislated through Memorandum Law 3968/2011 with a view to having the product of its activity used exclusively for repayment of the country’s public debt.

Step by step an increasing number of public assets have come into the possession of HRADF: over thirty-five ports, over three thousand pieces of public real estate (among them the Hellinikon airport and the Asteras Vouliagmenis hotel, spas, camping areas, Xenia hotels, ministry buildings, public administration buildings, etc.) dozens of properties abroad, dozens of listed and non-listed monuments, national roads, forty airports, military installations, natural gas , the defense industry (Hellenic Defense Systems S. A., Hellenic Vehicle Industry S. A.), oil (Hellenic Petroleum), a host of beaches and foreshores that comprise tens of thousands of hectares, the water supply (EYDAP, EYATH), hundreds and thousands of hectares of land, wetlands, railways (TRAINOSE S. A., EESSTY S. A. [Greek Railway Rolling Stock Maintenance Company]), post offices (ELTA), and profit-making enterprises.

The divestitures through HRADF did not proceed with the speed desired by the so-called “institutions” of the eurozone prior to the advent of the Syriza-ANEL government. There were mobilizations, there was recourse to constitutional courts, and in many cases prosecutions were launched by the public prosecutors for economic crime.

The Green Light

The signing of the third memorandum in July 2015 unleashed a broader attack by the European “institutions.” And last month a new privatization superfund — HCAP — was approved. HCAP will be the fourth part of the law entitled “Urgent provisions for the implementation of the agreement for achieving fiscal goals and structural reforms and other provisions” (Articles 184-233). It does not belong to the public or the broader public sector, and the provisions concerning public companies do not apply to it, unless otherwise explicitly stated by this law.

HCAP operates according to the rules of the private economy and in the public interest, for specific purposes, which are defined as: first, repayment of the (alleged) public debt; and second, contribution to funds for the investment policy of the country, which is fully controlled by the European “institutions,” the European Stability Mechanism (ESM) and the European Commission. Half the company’s profits is allocated toward paying down the debt while the remaining profits are used for HCAP’s investments in accordance with the provisions set out in the articles of the law.

The lifespan of the company is set at ninety-nine years, despite initial estimates of thirty-five years. To put this in perspective, the lifespan of the HRADF was just six years. The European Union has effectively declared ownership over Greece’s future.

HCAP’s legal identity has also enabled it to incorporate other entities into itself as direct subsidiaries: the Financial Stability Fund (HFSF), the Hellenic Republic Public Asset Development Fund (HRPADF), the Public Properties Company (PPCo S. A.), the Public Holdings Company SA; the company is entitled to establish other subsidiaries as well to achieve its objectives.

All major assets of the state, a small part of which — above and beyond current concessions — was included in the HRADF, are transferred to the new company. As for the newly formed Public Holdings Company, it will own the remaining Greek state participation in the public enterprises and will manage this participation according to international best practices and the OECD Guidelines.

Public enterprises controlled by the Public Holdings Company are subject to adequate supervision in accordance with the rules of national and European legislation. On registration under the Public Holdings Company Statute, public enterprises’ shares are automatically transferred, without consideration, to this company. The ownership and possession of all movable and immovable assets belonging to the Greek state and managed by the Public Properties Company according to Law 2636/1998 are automatically transferred to HCAP, without consideration, with the sole exception of protected natural areas, to be directly managed by the newly formed company.

Supervising this amassing of public wealth will be a supervisory board with five members, three of whom are selected by the Greek state with the approval of the European Commission and the European Stability Mechanism and two members, including the chairman of the supervisory board, are selected by the European Union and the ESM, with the approval of the finance minister.

The superfund and its direct subsidiaries, excluding the FSF and HRADF, have wide leeway to exploit their new assets. They can sell them, or transfer any rights to private and joint stock companies, or sell the shares to third parties.

The labor relations and rights of people who work at these formerly public companies will also be thoroughly disrupted. HCAP and its direct subsidiaries may recruit staff under private law contracts of employment for a definite or indefinite time. They can also move workers around — forcibly transferring workers whose private-sector companies or companies’ shares are transferred to the company or one of its subsidiaries — or transfer employees from HCAP to its subsidiaries or between subsidiaries. Finally, the company is allowed to bring in any personnel from government or public entities or the public sector to work for it or its subsidiaries.

The wholesale surrender of Greek state assets to extraterritorial institutions through processes uncontrolled by any elected bodies took place virtually overnight, with the draft legislation released only two days in advance. The texts for the agreements were drawn up ad hoc by the “institutions” and ratified by Greek parliamentary lackeys.

Who Owns the Air?

The seizure of the country’s regional airports and the former Hellinikon Airport give a sense of the enormity of the theft currently taking place.

The divestiture of fourteen regional airports — in Thessaloniki, Corfu, Zakynthos, Aktion, Kavalla, Chania, Rhodes, Cos, Santorini, Mykonos, Mytilene, Skiathos, and Samos — is nearly complete, despite a significant protest movement in local communities and the illegal nature of the divestiture.

From the outset there are a host of legal questions. According to the Greek constitution it is illegal to cede these public airports. There is also a potential conflict of interest, because Lufthansa (which belongs to the German state) is a technical consultant for the Greek public sector and is also a participant in the consortium to which the airports are being ceded, violating EU and international regulations on transparency, impartiality, and free competition.

Moreover, the economic section of the agreement is scandalous. The consortium will make a one-off payment to the Greek state of €1,234 billion euros, which corresponds to three years of the state’s net income from the airports. If the €520 million is subtracted that has been given by the National Strategic Reference Framework (NSRF) for works at Thessaloniki and Chania, which the state is obliged to repay, then the sum to be disbursed finally comes to €714 million. The annual rental paid by Fraport for the fourteen airports is €0.023 billion, which corresponds to the annual turnover just of the state airport of Corfu.

In the forty years of the contract the consortium will earn over €22 billion and will restore to the state only €3.85 billion. If the divestiture of these economically robust airports goes ahead, since they buttress another eighteen economically weak airports, the state will be called upon to pay the cost of maintaining these eighteen, or else close them, with tragic consequences for local communities, particularly those in the islands.

An equally serious subject is the control of aviation and the tourist sector by German capital. Given the enormous concession of the Athens airport to Hochtief, the Greek state is going to lose planning capacity for air transport (servicing of local communities, political strengthening of specific regions, tourist development, etc.), which is a central pillar of the country’s ability to structure its economy.

The Federation of Associations of the Hellenic Civil Aviation Authority has presented a developmental plan for modernizing airports and augmenting the revenues they are able to generate. Their report is devastating: public assets are literally being given away while a viable alternative exists. But even if the price were advantageous, the concession should not be made. A state without assets loses its sovereignty. It becomes a protectorate, as Greece is today.

In the case of the public real estate of the former Hellinikon Airport and Agios Cosmas beach, there are serious issues of legality and constitutional order that were brought, through a nonjudicial communication, to the attention of Prime Minister Tsipras and Finance Minister Tsakalotos by forty citizens headed by Manolis Glezos and member of the European Parliament, Nikos Chountis.

The alleged “investment” in Hellinikon amounts to the confiscation of more than six million square meters of public land of immense ecological and economic value, through procedures that are both anti-constitutional and probably illegal.

Investigations have been launched by the Public Prosecutor for Economic Crime Ioannis Dragatsis into the low price for which the concession was obtained and a report on violations of European law is being examined by the Committee on Petitions.

The chosen investment company, Lamda Development, has acquired Greek surface rights for ninety-nine years and 30 percent undivided full ownership and possession. This is blatant appropriation of public property.

According to the Norman Foster plan accompanying the contract, a new enclosed private city of twenty-seven thousand inhabitants and covering between 3 and 3.6 million square meters will be created at Hellinikon. Included in the uses will be different types of residential development, tourist accommodations, a casino with ancillary facilities, office buildings, retail commercial premises, and huge department stores; buildings housing health and welfare services, private university complexes; other buildings serving educational, cultural, and sporting purposes.

This self-referential city provides a wide range of services but it isolates those who live in it, and operates antagonistically to the neighboring zones with economically active centers in the surrounding municipalities, creating extensive new zones with office space, department stores, etc. In effect it is a private city, with its public services and common-use functions funded by the Greek state.

The city is also a potential ecological disaster. The Attica Basin, already saturated with man-made structures, is in need of climate change adaptation, not more development, and there is already a huge real estate bubble in the coastal and other neighboring municipalities.

By virtue of some of its economically advantageous features, the new private city will attract consumers from among the resident population in the surrounding municipalities and all of the basin, further damaging the already contracting economic activity of Attica. The new office buildings, the malls, and other shops on the Vouliagmenis Avenue axis, along with the mass of residential construction in the Foster plan, will swamp the present-day real estate market, and may force existing companies into bankruptcy.

New low-paid and insecure jobs will be created on the ruins of small and medium-sized construction, commercial and tourist enterprises, salaried employment, self-employment, and supplementary income from rent. A huge construction site will be in operation for decades, creating a permanent burden on both the functions of the city and on the life of residents, not to mention the tourism sector. The land of Attica will be smothered under a massive layer of concrete.

Privatizing, Subsidizing

The appropriation of Hellinikon is taking place in the name of paying off the public debt but little money is finding its way into the black hole of €321 billion. According to the experts of the Technical Chamber, Hellinikon’s investment value is €3 billion, but only €576 million in present-day values is being disbursed.

According to two recent reports commissioned by the Public Prosecutor for Economic Crime Ioannis Dragatsis, the actual value of the property is four times higher than the amount paid and the price in present-day value to be paid by the investor company is at least two and a half times lower, on the basis of the present-day value of the property.

In any case the meager sum acquired will go towards paying off the debt. But the Greek government will be called upon directly to pay €134 million for relocation of the public services housed in the property, as well as the cost of moving Poseidonos Avenue underground and will, from the first day of creation of the new city, undertake the operation and maintenance of the open spaces and the park, the public planning projects and infrastructures, communal buildings and services, through institution of a special administrative body.

The Greek state is also ceding the Agios Kosmas Olympic Sailing Center and other Olympic facilities of high economic value. In other words the Greek state is being penalized by the “investment” which is to be implemented using not the private individual’s own resources but by borrowing from the same banks that refuse to provide liquidity to small and medium businesses.

Resisting the Sell-Off

The movements struggling against each individual case of seizure — particularly when it comes to basic utilities and assets of the state — face formidable challenges. Their opponents include the European “institutions” imposing neoliberal policies, the Syriza-ANEL government, the opposition, and the national oligarchy.

But the struggles are worth waging as part of a wider project of challenging and possibly overturning the memorandum commitments, regaining the country’s sovereignty, and restoring democratic institutions, which have been suspended through the institutional coup imposed by the Eurozone and the euro.

Through these mobilizations two major issues have come to light: the abolition of democracy and the country’s sovereignty and the demand for cancellation — or at least a radical settlement — of the debt, in whose name, through loan agreements and memoranda, the assets both of the state and of Greek citizens are being confiscated.

There is, therefore, a broad social/political convergence on general objectives, which are fundamental preconditions for the survival of the country, for recovery of production, and for social reconstruction. The burden of “illegitimate, odious and illegal debt” is the key factor behind abolition of the autonomy of Greek democracy and decision-making, the factor that is reducing the country to the status of a protectorate, or what some call a “debt colony.”

Awareness of this reality and how it is affecting ordinary Greek people has the potential to fuel a social and political counter-movement. That is the formation we are fighting for.

Translated by Wayne Hall