Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Εποχή , 30/10/2009

«Να ζήσεις για το παιδί και την εκδίκηση».

Αυτά ήταν τα τελευταία λόγια του Νίκου Μπελογιάννη στη σύντροφό του Έλλη Παππά. Εκτελέστηκε το 1952 από την κυβέρνηση Πλαστήρα μαζί με τους Δημήτρη Μπάτση, Νίκο Καλούμενο και Ηλία Αργυριάδη. Η Έλλη Παππά διέφυγε την εκτέλεση γιατί ο γιός τους Νίκος, που γεννήθηκε στη φυλακή τον Αύγουστο του 1951, ήταν ακόμα βρέφος.

«Υποκείμενο της ιστορικής γνώσης είναι η ίδια η αγωνιζόμενη, καταπιεσμένη τάξη. Στον Μαρξ εμφανίζεται ως η τελευταία υποδουλωμένη, ως η εκδικήτρια τάξη, που ολοκληρώνει το έργο της απελευθέρωσης στο όνομα των γενεών που ηττήθηκαν»1, γράφει ο Βάλτερ Μπένγιαμιν στο κείμενό του « Για την Έννοια της Ιστορίας». Αντίθετα, συνεχίζει, η σοσιαλδημοκρατία «προτιμούσε ν’ αναθέτει στην εργατική τάξη το ρόλο λυτρωτή των επερχόμενων γενεών… έτσι η τάξη ξέμαθε τόσο να μισεί όσο και να θυσιάζεται»2.

Η Έλλη Παππά έζησε τον θάνατο και την αθανασία εκατομμυρίων πρωταγωνιστών του τρομερού 20ου αιώνα. Δημιουργώντας η ίδια την ιστορία στην αντίσταση, τις φυλακές και τις εξορίες, τη διέσωσε από τους νικητές και αναμετρήθηκε μαζί της, γράφοντας ασταμάτητα τις δικές της «θέσεις για τη φιλοσοφία της ιστορίας», σε εκατοντάδες σελίδες βιβλίων, στις οποίες αναζητεί τους ιστορικούς λόγους της ήττας και τη λύτρωση του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού από τα αίτια της κατάρρευσής τους στον 20ο αιώνα.

Το παράδειγμα της Παρισινής Κομμούνας του 18713 αναδύεται μέσα απ’ αυτή την αναζήτηση σαν ένα σπέρμα – υπόδειγμα των επαναστάσεων του 21ου αιώνα, που προετοιμάζουν οι ίδιοι οι άνθρωποι με τις ιδέες τους . Κι αυτές οι ιδέες δεν είναι έπεα πτερόεντα της συγκυρίας αλλά βαθιά αξιακά νοήματα, άσβηστες φλόγες ποτισμένες με αίμα μέσα στην άβυσσο της πλάνης των εκφυλισμένων επαναστάσεων. Το ηρωικό άστρο των ταπεινών κομμουνάρων διαφεύγει της εποχής του και εκτινάσσεται στο νέο 21ο αιώνα.

Η Έλλη Παππά αναμετριέται με την Κομμούνα σε μια εποχή μειωμένων προσδοκιών, στα πέτρινα χρόνια του νεοφιλελευθερισμού, ακριβώς τη στιγμή που συντελείται μια κοινωνική αφύπνιση. Γράφει : «Αν οι επαναστάσεις του 20ου αιώνα έφερναν τόσα πολλά στοιχεία από τις αστικές επαναστάσεις και τις επαναστατικές ιδέες του 19ου αιώνα, κι αν η Κομμούνα του 1871  ήταν η μόνη επανάσταση που ανήκε, ουσιαστικά και όχι χρονολογικά στον 20ο αιώνα, και ο 20ος αιώνας την αρνήθηκε, τότε μπορούμε να ελπίζουμε πως η Κομμούνα του Παρισιού θα είναι το «σημείο εκκίνησης» των επαναστάσεων του 21ου αιώνα;».4 Άγνωστο, πολύ περισσότερο που η σημερινή αριστερά κινείται στην επίπεδη επιφάνεια μιας χιλιομπαλωμένης ιδεολογικής κουρελούς και αποστρέφει, στο όνομα της μεταμοντέρνας αγκύρωσης στην επικαιρότητα, το πρόσωπό της από το παρελθόν και την αναμέτρηση μαζί του με όρους ιστορικής συνείδησης και ευθύνης.

 Η Έλλη Παππά βυθίζεται στο παρελθόν για να προετοιμάσει το μέλλον της ανθρώπινης απελευθέρωσης. Πρέπει να το πούμε από την αρχή. Δεν εμπλέκεται στην αποτίμηση της Κομμούνας για να διερευνήσει το ιστορικό ερώτημα, που όπως λέει ο Manuel Castells5, έχει απασχολήσει με διλημματικό τρόπο τη μαρξιστική παράδοση : ήταν η Κομμούνα μια διαδικασία ριζοσπαστικοποίησης των ιδεωδών της δημοκρατίας όταν ήρθαν αντιμέτωπα με τη στρατιωτική ήττα του έθνους και την κατάρρευση της Δεύτερης Αυτοκρατορίας ή ήταν, αντίθετα, μια πολιτική επανάσταση που προήγαγε το αίτημα για πολιτική ελευθερία σε μια νέα θεσμική οργάνωση βασισμένη στο σχέδιο μιας εθελοντικής ομοσπονδίας ελεύθερων κοινοτήτων ;

Υπάρχει, πράγματι, μια κλασική συζήτηση ανάμεσα στη λενινιστική άποψη και τη φιλελεύθερη ερμηνεία της Κομμούνας ή με πιο γαλλικούς  όρους ανάμεσα στους γιακωβίνους  και τους προυντονιστές. Ειρήσθω εν παρόδω, τόσο η κοινωνική σύνθεση όσο και η πολιτική δράση της Κομμούνας δεν επιτρέπουν μια τέτοια σχηματοποίηση. Εδώ, όμως, ενδιαφέρει η θέση της Έλλη Παππά η οποία, συντασσόμενη με την άποψη της προλεταριακής επανάστασης, ανακαλύπτει στην Κομμούνα το αντίπαλο δέος των εξουσιαστικών θεσμών που οικοδομήθηκαν αργότερα σε βάρος του προλεταριάτου.

Η Κομμούνα την ενδιαφέρει γιατί πραγματοποίησε το αδιανόητο εν τοις πράγμασιν και, όμως, επανειλημμένα διακηρυγμένο από τους επαναστάτες. «Η οικοδόμηση μιας εξουσίας έχει ως μοναδικό στόχο της ύπαρξής της την απαλλαγή της ανθρωπότητας από κάθε εξουσία»6. Αυτό, λέει η Έλλη Παππά, συνέβη το 1871 με δύο αποφάσεις της Κομμούνας : την κατάργηση του μόνιμου στρατού και την αντικατάστασή του από τον ένοπλο λαό και την προκήρυξη ελεύθερων δημοτικών εκλογών, στις οποίες κέρδισε με συντριπτική πλειοψηφία.

Η διακήρυξη της ΚΕ της Εθνοφρουράς, με την οποία παραδίδει την εξουσία στην εκλεγμένη από τον λαό Κομμούνα και της οποίας τις αποφάσεις θα υπερασπίζεται με τα όπλα χωρίς να αναμειγνύεται σ’ αυτές, «πλουτίζει την εξουσία του προλεταριάτου με ένα σημαντικό στοιχείο : ακόμα κι όταν ο μόνιμος στρατός έχει αντικατασταθεί από τον ένοπλο λαό δεν παύει να είναι επικίνδυνη και γι’ αυτό ανεπίτρεπτη η ανάμειξη των όπλων στη διακυβέρνηση»7

Η Έλλη Παππά βλέπει, επίσης, στην Κομμούνα, όπως και στην Α΄ Διεθνή, ένα μεγαλύτερο φάσμα ιδεολογικών ρευμάτων που, όμως, συντίθενται και συνεννοούνται παρά τις, όντως, αποκλίνουσες απόψεις ανάμεσά στους μπλανκιστές και τους προυντονιστές. Σε κάθε περίπτωση, προσεγγίζει την Κομμούνα από τη σκοπιά μιας πιθανής απάντησης στους λόγους μετάλλαξης της Οκτωβριανής Επανάστασης, γενικότερα στους λόγους κατάρρευσης του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού του 20ου αιώνα. Άλλωστε σ’ αυτά τα θέματα αφιερώνει τις περισσότερες σελίδες του βιβλίου της.

Αν ο Μαρξ και ο Ένγκελς, αναφερόμενοι στη δικτατορία του προλεταριάτου, έβλεπαν το πρόπλασμά της στην Κομμούνα, η ιστορία τους διέψευσε. Η  Έλλη Παππά επαναφέρει τη συζήτηση στο λυκαυγές των ελπίδων των καταπιεσμένων τάξεων για τη δική τους απελευθέρωση ως προϋπόθεση της καθολικής κοινωνικής απελευθέρωσης.    

1,2 .         Βάλτερ Μπένγιαμιν,  Για την Έννοια της Ιστορίας , μτφρ. Αριστείδης Μπαλτάς, Γιώργος Φαράκλας, περιοδικό «Ο Πολίτης»

3,4,6,7.    Έλλη Παππά,  Η Κομμούνα του 1871 :  Επανάσταση του 21ου αιώνα; ,  εκδ. Δελφίνι 1992, Άγρα 2006.

5.            Castells, Manuel,  The City and the Grass Roots,  University of California Press,  Berkeley  and Los  Angeles,1983.